dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
κρυολόγημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κρύωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ψύχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κρύο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
συνάχι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πούντα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erkältung
Ⓦ
Ⓖ
…