dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
εξαλείφομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich ausgleichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξαλείφομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…