dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
übertragen werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich fortpflanzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich übertragen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verbreiten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
übergreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταδίδομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überspringen
Ⓦ
Ⓖ
…