dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herunterkommen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herausfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verrohen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herunterfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vergammeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verwahrlosen
Ⓦ
Ⓖ
…