dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
κακομαθαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
μορφάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das Gesicht verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στραβομουτσουνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das Gesicht verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
στραβώνω τα μούτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das Gesicht verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σκεβρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαλύομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verziehen
Ⓦ
Ⓖ
…