dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
σιγά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langsam
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
σιγά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leise
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
σιγά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sachte
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίρρημα
σιγά-σιγά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
allmählich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σιγάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dämpfen
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σιγανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langsam
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
σιγανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leise
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
σιγανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leise
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σιγαλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leise
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σιγάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leiser stellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
σιγαλιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ruhe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σιγαστήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schalldämpfer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σιγαλιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stille
Ⓦ
Ⓖ
…