dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
πολιορκητικός κριός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ramme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
πολιορκητικός κριός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rammbock
Ⓦ
Ⓖ
…