dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
πλοιοκτήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schiffseigentümer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
πλοιοκτήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bootseigner
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
πλοιοκτήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Reeder
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
πλοιοκτήτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schiffseigner
Ⓦ
Ⓖ
…