dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
πολιτισμένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gesittet
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
πολιτισμένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zivilisiert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
πολιτισμένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kultiviert
Ⓦ
Ⓖ
…