dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πόρτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tür
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πόρτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Türe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)