dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
αναβατήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wagenheber
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αναβατήρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fahrstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…