dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
εντός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
μέσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herein
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιάνομαι κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κακοπέφτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
την πατώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γελιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεγελιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
την παθαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συνοδεύω μέσα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
την πατώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereingelegt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιάνομαι κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereingelegt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γελιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereingelegt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μπαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinkommen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξεγελώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τσουβαλιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γελώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εμπαίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κοροϊδεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιγελώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιάνω κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
εκ των προτέρων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
von vornherein
Ⓦ
Ⓖ
…