dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
καταπονώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
müde machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κουράζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
müde machen
Ⓦ
Ⓖ
…