dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
θυμωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
φανατικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
χολιαστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγριεμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εξαγριωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
έξαλλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
λυσσωδώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φουρτουνιασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
άγριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μαινόμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λυσσώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οργισμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
δαιμονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
θυμώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
οργίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αγριεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξοργίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χολιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
θυμώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
οργίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend werden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αγριεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χολιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φρυάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wütend werden
Ⓦ
Ⓖ
…