dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Magie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Betörung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hexerei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zauber
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zauberei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μαγεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bann
Ⓦ
Ⓖ
…