dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ζέστη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wärme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θαλπωρή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wärme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ζεστασιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wärme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θέρμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wärme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αδερφή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Warme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ομοφυλόφιλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Warme
Ⓦ
Ⓖ
…
!
θερμότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wärme
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)