dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
παράκτιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Küstenstreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παράκτια ζώνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Küstenstreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ακτή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Küstenstreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παράλιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Küstenstreifen
Ⓦ
Ⓖ
…