dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
σβήνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
δύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εκπνέω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εξάλειψη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σβηστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erloschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εκλείπω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χάνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξαλείφομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erlöschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)